Το σώμα φιλοξενεί τρισεκατομμύρια βακτήρια, ιούς και μύκητες, κυρίως στο έντερο, το λεγόμενο εντερικό μικροβίωμα. Οι πρόσφατες μελέτες δείχνουν όλο και περισσότερο ότι η σύνθεση του μικροβιώματος επηρεάζει πολλές πτυχές της υγείας μας.
Οι άνθρωποι έχουν εξελιχθεί για να ζουν εκατομμύρια χρόνια με τα μικρόβια και αυτή η προσαρμογή τα έχει κάνει να παίζουν πολύ σημαντικούς ρόλους στο ανθρώπινο σώμα. Στην πραγματικότητα, χωρίς τα μικρόβια του εντέρου θα ήταν πολύ δύσκολο να επιβιώσουμε. Αρχίζουμε να τα αποκτούμε από τη στιγμή που γεννιόμαστε και καθώς μεγαλώνουμε αποκτούμε διάφορους τύπους τους. Μια υψηλή ποικιλία βακτηρίων θεωρείται καλή για την υγεία μας [1]. Από την άλλη μεριά, η ύπαρξη πολλών ανθυγιεινών βακτηρίων μπορεί να οδηγήσει σε ασθένειες -η ανισορροπία μεταξύ υγιών και ανθυγιεινών μικροβίων ονομάζεται δυσβίωση.
Πώς μας επηρεάζει το μικροβίωμα;
Τα στοιχεία δείχνουν ότι το μικροβίωμα επηρεάζει τα πάντα, από το τρόπο που το σώμα επεξεργάζεται τη ζάχαρη έως τον κίνδυνο σοβαρότερης νόσου, κατάθλιψης και άνοιας, ακόμα και το σωματικό βάρος. Ξεκινώντας από τα μέσα της ενήλικης ζωής μας, το μικροβίωμα γίνεται όλο και πιο μοναδικό [2] κι αυτό μπορεί να επηρεάζει ακόμα και το ρυθμό της γήρανσής μας.
Μικροβίωμα και εγκέφαλος
Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι το μικροβίωμα επηρεάζει τη λειτουργία του εγκεφάλου. Το έντερο και ο εγκέφαλος είναι στενά συνδεδεμένα. Επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω ενός συστήματος που ονομάζεται άξονας εντέρου-εγκεφάλου. Σήματα από τον εγκέφαλο μπορούν να επηρεάσουν την πέψη μέσω αυτού του άξονα και το έντερο μπορεί να στείλει σήματα πίσω στον εγκέφαλο. Ο άξονας αποτελείται από νευρώνες, ορμόνες και σηματοδοτικές πρωτεΐνες.
Ορισμένα είδη βακτηρίων μπορούν να βοηθήσουν στην παραγωγή χημικών του εγκεφάλου που ονομάζονται νευροδιαβιβαστές. Για παράδειγμα, η σεροτονίνη είναι ένας αντικαταθλιπτικός νευροδιαβιβαστής που παράγεται κυρίως στο έντερο [3].
Ο άξονας αυτός περιλαμβάνει επίσης το πνευμονογαστρικό νεύρο, ένα από τα μεγαλύτερα νεύρα, που συνδέει το έντερο με το εγκεφαλικό στέλεχος -τη βάση του εγκεφάλου- και άλλα όργανα, στέλνοντας σήματα και προς τις δύο κατευθύνσεις. Το πνευμονογαστρικό νεύρο παρέχει μια φυσική σύνδεση μεταξύ εντέρου και εγκεφάλου. Το μικροβίωμα μπορεί να επηρεάσει τη δραστηριότητα του πνευμονογαστρικού νεύρου και άρα τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Όταν το μικροβίωμα δεν είναι ισορροπημένο, το πρώτο σημάδι είναι τα πεπτικά προβλήματα. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν εντερική φλεγμονή, διαρροή εντέρου (το τοίχωμα του εντέρου αρχίζει να εξασθενεί), δυσκοιλιότητα, διάρροια, ναυτία, φούσκωμα και άλλες μεταβολικές αλλαγές. Η δυσβίωση συνδέεται με νευρολογικές διαταραχές, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, Χάντινγκτον και Πάρκινσον -για παράδειγμα, ένα από τα πρώτα συμπτώματα στους ασθενείς με Πάρκινσον μπορεί να είναι η δυσκοιλιότητα. Η δυσβίωση και τα προβλήματα του εντέρου εμφανίζονται δεκαετίες πριν τα τυπικά συμπτώματα της νόσου. Επίσης, οι ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας έχουν διαφορετικό μικροβίωμα σε σύγκριση με τα υγιή άτομα.
To ότι το μικροβίωμα επηρεάζει τον εγκέφαλο ήταν αδιανόητο πριν από λίγα χρόνια. Μόλις το 2006, η νευροεπιστήμονας Jane Foster ανακάλυψε κάτι που αισθάνθηκε ότι θα δημιουργούσε νέο πεδίο έρευνας. Αυτή και οι συνεργάτες της δούλευαν με δύο ομάδες ποντικών: μία με υγιές μικροβίωμα και μια που δεν είχε μικροβίωμα. Τα ποντίκια χωρίς εντερικά βακτήρια φαίνονταν λιγότερο ανήσυχα από τα υγιή τους ισοδύναμα. Όταν τοποθετήθηκαν σε ένα λαβύρινθο με ανοιχτά μονοπάτια προτιμούσαν αυτά τα μονοπάτια. Τα εντερικά βακτήρια φαινόταν να επηρεάζουν τον εγκέφαλο και τη συμπεριφορά. Η Foster, στο Πανεπιστήμιο McMaster στο Χάμιλτον του Καναδά, συνέταξε τη μελέτη και την υπέβαλε για δημοσίευση. Απορρίφθηκε. Την ξανάγραψε και την έστειλε και πάλι. Απορρίφθηκε ξανά. Οι ειδικοί νόμιζαν ότι δεν μπορούσε αυτό το αποτέλεσμα να είναι αληθινό. Μετά από τρία χρόνια και επτά υποβολές, η μελέτη έλαβε αποδοχή. Ένας άλλος νευροεπιστήμονας, ο John Cryan από το University College Cork της Ιρλανδίας, εισήλθε σ’ αυτό το πεδίο έρευνας την ίδια εποχή που το έκανε η Foster. Όταν άρχισε να μιλά για τη σχέση εντερικών βακτηρίων και εγκεφάλου, ένιωσε πολύ μοναχικός, ένας τρελός τύπος από την Ιρλανδία [4].
Σήμερα, ο άξονας εντέρου-εγκεφάλου είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό της νευροεπιστήμης. Πολλές δημοσιεύσεις έχουν πλέον αποκαλύψει ότι τα τρισεκατομμύρια βακτήρια του εντέρου θα μπορούσαν να έχουν βαθιές επιπτώσεις στις διαταραχές του εγκεφάλου, ακόμη και στον αυτισμό. Το διαταραγμένο μικροβίωμα επηρεάζει αρνητικά, μεταδίδοντας προβληματικές πρωτεΐνες και παθογόνα κατά μήκος του πνευμονογαστρικού νεύρου. Ωστόσο, η αιτία της διαταραχής του μικροβιώματος πριν εμφανιστούν οι νευρολογικές καταστάσεις δεν είναι ακόμη γνωστή.
Μπορεί να τροποποιηθεί το εντερικό μικροβίωμα;
Το ενδιαφέρον είναι ότι το εντερικό μικροβίωμα μπορεί να τροποποιηθεί. Μια δίαιτα πλούσια σε φυτικές ίνες, ο περιορισμός του στρες, του αλκοόλ και του καπνίσματος, η άσκηση και τα προβιοτικά μπορούν να βελτιώσουν την υγεία του εντέρου και τη γενικότερη υγεία. Προς το παρόν, δεν υπάρχουν πολλές μελέτες για τη χρήση των προβιοτικών αλλά πρόκειται για μια πολλά υποσχόμενη προσέγγιση με την οποία αποφεύγονται οι παρενέργειες των φαρμάκων. Παρότι η έρευνα είναι σε πρώιμο στάδιο και υπάρχουν ακόμα πολλά να γίνουν γνωστά, όλα δείχνουν ότι ένα υγιές μικροβίωμα συνδέεται στενά με την υγεία του εγκεφάλου, περισσότερο από ό, τι φανταζόμαστε.